Featured Posts

13/11/11

Οι Έλληνες εθνικιστές μπροστά στις πολιτικές εξελίξεις


Το έντονο πολιτικό παρασκήνιο και οι διαβουλεύσεις των τελευταίων τριών εβδομάδων οδήγησαν τελικά στην “λύση” της κυβέρνησης συνεργασίας υπό την πρωθυπουργία του τεχνοκράτη, ανθρώπου του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, Λουκά Παπαδήμου. Με το παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε και να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα που μας οδήγησαν σε αυτή την “λύση”, καθώς και το τί εξελίξεις πρόκειται να πυροδοτηθούν από εδώ και πέρα.

Η απόφαση της Συνόδου Κορυφής

Καταρχήν, η παρούσα κυβέρνηση ορκίστηκε με την εντολή να εφαρμόσει τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής στις 26 Οκτωβρίου, μέχρι τη διενέργεια εκλογών στα μέσα Φεβρουαρίου, εάν δεν αλλάξει κάτι δραματικά. Επειδή το μάκρος του χρόνου σε παρασκηνιακές διαβουλεύσεις και προτάσεις περί δημοψηφισμάτων μετακίνησε την πολιτική ατζέντα από τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ορισμένα πράγματα: Αυτό που αποφασίστηκε επί της ουσίας είναι το “κούρεμα” κατά 50% των ομολόγων που έχει ο ιδιωτικός τομέας (τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία) και η σύναψη νέου δανείου ύψους 100 + 30 δισ. για την κάλυψη των αναγκών έως το 2014. Η εφαρμογή των παραπάνω αποφάσεων θα συνοδευτεί από τη δημιουργία ταμείου κεφαλαιακής ενίσχυσης των τραπεζών κατά 30 δισ. και από ένα νέο πολυετές μνημόνιο που θα καταρτιστεί ως το τέλος του χρόνου. Για την παρακολούθηση των ενεργειών απαιτείται η μόνιμη εγκατάσταση ελεγκτών της τρόικας στην Αθήνα και η έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των προϋπολογισμών του κράτους, καθώς και οποιασδήποτε σημαντικής οικονομικής απόφασης. Ο δημοσιονομικός στόχος είναι η μείωση του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020.

Διαβάζοντας πίσω από τις γραμμές, η απόφαση του “κουρέματος” σημαίνει πως μειώνονται αυτομάτως τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων (από τα οποία επαναγοράζονταν σκανδαλωδώς και βλακωδώς, για να διασφαλιστούν οι γαλλικές και γερμανικές τράπεζες, τα τοξικά ελληνικά ομόλογα από το πρώτο Μνημόνιο και μετά) κατά 13 δισ. κάτι που θα δημιουργήσει πρόβλημα στην καταβολή των εφάπαξ και στο ύψος των ήδη κουτσουρεμένων συντάξεων. Επίσης, με το νέο δάνειο δεν καλύπτονται πλέον τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, αλλά επαρκεί μόνο για τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις σε ομόλογα και τόκους. Άρα, από τη στιγμή που ο προϋπολογισμός αποφασίστηκε να είναι ισοσκελισμένος και θα πρέπει να εγκρίνεται πρώτα από τις Βρυξέλλες, πριν ψηφιστεί από το ελληνικό κοινοβούλιο, κάθε έλλειμμα θα οδηγεί αυτομάτως σε αντίστοιχες περικοπές. Το πιο τραγικό βέβαια είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με την απόφαση, εάν όλα πάνε καλά (που ποτέ δεν πάνε) το 2020 θα καταφέρουμε να φτάσουμε το ελληνικό χρέος στο 120% του ΑΕΠ, δηλαδή στα επίπεδα που ήταν το 2009, πριν αναλάβει η κυβέρνηση Παπανδρέου! Κάτι που σημαίνει ότι, τουλάχιστο θεωρητικά, όλες οι θυσίες που έγιναν αυτά τα δύο χρόνια και όσες ακολουθήσουν για την επόμενη δεκαετία περίπου (θεωρητικά πάντα, διότι δεν πρόκειται να επιβιώσει κανείς με αυτά τα δεδομένα) απλώς και μόνο θα γυρίσουν τη χώρα στη δημοσιονομική κατάσταση λίγο πριν το ξέσπασμα της κρίσης...

Αναφέροντας συνοπτικά τα παραπάνω, καταλαβαίνουμε πολύ εύκολα ότι η απόφαση της 26ης Οκτωβρίου όχι μόνο δεν αποτελεί κανενός είδους “επιτυχία” για την Ελλάδα, αντιθέτως την βάζει στον “γύψο” της ύφεσης για την επόμενη δεκαετία και μάλιστα υπό την “θεσμική”, πλέον, κηδεμονία της τρόικας, ενώ, ουσιαστικά, επικυρώνει τις ενέργειες που έγιναν στο μεσοδιάστημα, από το πρώτο Μνημόνιο, ώστε να διασφαλιστούν οι τράπεζες και το ελληνικό χρέος να μην αποτελεί πλέον σημαντικό συστημικό κίνδυνο. Όλα αυτά βέβαια είναι απόλυτα θεμιτά για Ε.Ε., Δ.Ν.Τ. και για το τραπεζικό σύστημα, αλλά δεν δίνουν απολύτως καμία προοπτική για την έξοδο της Ελλάδας από την μαύρη τρύπα της ύφεσης, που είναι το ζητούμενο για τον δοκιμαζόμενο Έλληνα πολίτη.

Η πρόταση για δημοψήφισμα

Από αυτή την σκοπιά και έχοντας υπόψη τον έντονο κοινωνικό αναβρασμό, όπως εκφράστηκε από τα εκτεταμένα επεισόδια, που στοίχισαν και μία ανθρώπινη ζωή, κατά την ψήφιση του “πολυνομοσχεδίου”, καθώς και αυτά που ακολούθησαν κατά τον εορτασμό της επετείου της 28ης Οκτωβρίου, μπορούμε να κατανοήσουμε την πρόταση για το εκβιαστικό δημοψήφισμα που τέθηκε, ως ένα πολιτικάντικο colpo grosso της κυβέρνησης Παπανδρέου, που συνοδεύτηκε από ένα εξίσου εκβιαστικό δίλημμα από την Ε.Ε.

Από τη μεριά της κυβέρνησης Παπανδρέου, η πρόταση για δημοψήφισμα επιβάλλονταν τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης, κατά τους οποίους, θεωρητικά, ανακάλυψε ότι “δεν υπάρχουν λεφτά” τελικά και από τη στιγμή που αυτή η κατάσταση αναπροσάρμοζε ολόκληρο το πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης, από την αρχή της θητείας μάλιστα, τότε θα έπρεπε να εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες χρηματοδότησης (είτε από την ελεύθερη αγορά, καθώς η πρώτη έκδοση ομολόγων της νέας τότε κυβέρνησης υπερκαλύφθηκε αλλά δεν έγινε χρήση όλου του ποσού, είτε από προτάσεις τρίτων χωρών, όπως της Ρωσίας, για δανεισμό με συμφέρον επιτόκιο) και να διενεργηθεί δημοψήφισμα με ερώτημα σχετικά με την προσφυγή στο ΔΝΤ. Από την στιγμή που δεν έγινε κάτι τέτοιο και η Ελλάδα σύρθηκε εκβιαστικά στο ΔΝΤ, όλες οι ενέργειες της κυβέρνησης από 'κει και πέρα είναι ουσιαστικά παράνομες, καθώς συνιστούν εξαπάτηση του λαού, κάτι που σύμφωνα και με τον τέως πρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. Κόκκινο τιμωρείται από το Σύνταγμα εφόσον υπάρξει προσφυγή από τριάντα αντιπολιτευόμενους βουλευτές. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν έγινε ποτέ...

Από την στιγμή, λοιπόν, που δεν τέθηκε ποτέ πρόταση για δημοψήφισμα εκείνη την περίοδο, όταν και θα είχε χρησιμότητα η λαϊκή ετυμηγορία (ούτε βέβαια σε άλλες περιπτώσεις, όπως για το λαθρονομοσχέδιο ή για τις ταυτότητες), τότε είναι το λιγότερο υποκριτικό, ανεύθυνο, άκαιρο και άτοπο να τίθεται σε αυτή την περίοδο, που έχουν προηγηθεί όλες αυτές οι ενέργειες, οι οποίες αποδεικνύονται στην πράξη καταστροφικές. Αυτό, βέβαια, που ήθελε να πετύχει η κυβέρνηση Παπανδρέου με το κόλπο του δημοψηφίσματος, το πέτυχε, έστω και με την συνδρομή της Ε.Ε. και την τροποποίηση του υποτιθέμενου ερωτήματος σε παραμονή ή όχι στην ευρωζώνη. Από τη μία πλευρά ξεσκεπάστηκε η δήθεν “αντιμνημονιακή” πολιτική της ΝΔ, η οποία υποχώρησε αυτομάτως από τις πιέσεις των Ευρωπαίων εταίρων, δίνοντας έτσι την άνεση στον Παπανδρέου να συνδιαλλαγεί και να παραιτηθεί αντί να φύγει με ελικόπτερο για το χρονοντούλαπο της ιστορίας, ενώ, από την άλλη μεριά, αποκαλύφθηκε και το ετερόκλητο, ανοργάνωτο και ανέφικτο, προς το παρόν τουλάχιστο, του “ευρύτερου αντιμνημονιακού μετώπου”, καθώς ουδείς είναι σε θέση αυτή την περίοδο να αντέξει το κόστος ενδεχόμενης εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη.

Επίσης, με την πρόταση για δημοψήφισμα και μάλιστα όπως το έθεσε η Ε.Ε., δηλαδή για την παραμονή ή όχι της χώρας στην ευρωζώνη, αποδεικνύεται στην πράξη ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι πρόβλημα δημοσιονομικής διαχείρισης, όπως ήθελε να το περάσει η ΝΔ ή ο ΛΑΟΣ, αλλά ξεκάθαρα πρόβλημα πολιτικής βούλησης και προσανατολισμού. Με άλλα λόγια, οι θεσμικοί φορείς του συστήματος, όπως είναι η Ε.Ε. και το ΔΝΤ σου λένε ότι: “Αυτή είναι η συνταγή, διάλεξε και πάρε. Ή μένεις στην ευρωζώνη με τους όρους μας, ή αποχωρείς και καλή σου τύχη”. Το πρόβλημα, δηλαδή, σε πρώτο επίπεδο, δεν είναι τόσο εάν η άλφα κυβέρνηση αποτελείται από πιο “τίμια” στοιχεία από τη βήτα κυβέρνηση, κάτι που σίγουρα υφίσταται, αλλά σε δεύτερο επίπεδο, παρά το κατά πόσο ο ελληνικός λαός επιθυμεί την συνέχιση της συγκεκριμένης πολιτικής με την συμμετοχή του στην ευρωζώνη, καθώς αυτή, πέρα από τα πρόσωπα της ελληνικής κυβέρνησης, ουσιαστικά υπαγορεύεται και τυπικά πλέον, από Ε.Ε. Και ΔΝΤ.

Η επιλογή Παπαδήμου, η κυβέρνηση συνεργασίας και το αντιμνημονιακό μέτωπο

Ο σχηματισμός της κυβέρνησης συνεργασίας, αποτελεί την ολοκληρωτική συσπείρωση των μνημονιακών πολιτικών δυνάμεων και το επιστέγασμα της απολιτικοποίησης και την άνευ όρων παράδοσης της πατρίδας μας στους νόμους της ελεύθερης αγοράς. Η ανάσυρση Παπαδήμου από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και από την Τριμερή Επιτροπή, καθώς και το ξέπλυμά του από το πρόσφατο Σημιτικό παρελθόν του σκανδάλου του Χρηματιστηρίου και των πλαστών οικονομικών στοιχείων για την ένταξη της χώρας στην Ο.Ν.Ε., αποτελεί ξεκάθαρα την συστημική επιλογή ενός τεχνοκράτη yesman ο οποίος δεν πρόκειται να υπολογίσει κανένα πολιτικό κόστος και να προβληματιστεί από καμία λαϊκή διαμαρτυρία. Στην θέση του κάλλιστα θα μπορούσε να είναι ακόμα κι ένα ρομπότ, απλώς ο κόσμος δεν είναι έτοιμος ακόμη για μια τέτοιου είδους επιλογή ανδροειδών τοποτηρητών.

Η δεξιά και οι “πατριωτικές δυνάμεις”, για ακόμη μία φορά, πάτησαν την μπανανόφλουδα και η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση συνεργασίας, τους καθιστά συνενόχους, έτοιμους να μοιραστούν το πολιτικό κόστος των ενεργειών του ΠΑΣΟΚ. Για τη ΝΔ, αυτή η εξέλιξη, όπως αναφέραμε παραπάνω, απλώς και μόνο ξεσκέπασε τη διγλωσσία της, τις τεράστιες πολιτικές διαφορές στο εσωτερικό της και απέδειξε την πλήρη νεοφιλελευθεροποίησή της, την οποία προσπαθούσε να θολώσει καλλιεργώντας το “πατριωτικό προφίλ” του Σαμαρά. Όσο για το κόμμα του ΛΑΟΣ, η συμμετοχή του στην κυβέρνηση συνεργασίας είναι το φυσικό επακόλουθο της ψήφισης του Μνημονίου. Μιλώντας στενά κομματικά, αυτή η υπουργοποίηση στελεχών αποτελεί ένα είδος αναβάθμισης για το κόμμα. Κοινωνικά και πολιτικά, όμως, σηματοδοτεί και την ταύτισή του με την οικονομική υποδούλωση της Ελλάδας, καθώς και εντείνει την συνθηματολογία ταύτισης του ΔΝΤ με τον “αντιδραστικό φασισμό”, από μεριάς αριστεράς. Αυτή η εξέλιξη θα έπρεπε ήδη να έχει προβληματίσει τους οπαδούς του και, σίγουρα, όσον αφορά τους εθνικιστές, θα έπρεπε ήδη να έχει τεθεί η κόκκινη γραμμή για την διαφοροποίηση και την απόσταση από το συνονθύλευμα Καρατζαφέρη.

Η επιχειρηματολογία περί πλήρους καταρρεύσεως και στάσεως πληρωμών έχει ήδη αποδομηθεί από την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου, με τις αποφάσεις που πάρθηκαν, τις εξελίξεις που ακολούθησαν και το παράδειγμα αντίστασης τρίτων χωρών, όπως η Ισλανδία και η Ουγγαρία. Ο υπαρκτός κίνδυνος περί φαινομένου ντόμινο στην ευρωζώνη από πιθανή αποχώρηση της Ελλάδας, καθώς και το ράλυ των Χρηματιστηρίων παγκοσμίως την περίοδο των διαβουλεύσεων, προ του σχηματισμού της κυβέρνησης Παπαδήμου, αποδεικνύουν ότι η διαπραγματευτική δυνατότητα της χώρας είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που θέλουν να προβάλλουν αυτοί που επιθυμούν την άνευ όρων υποταγή της στις επιταγές της τρόικας. Τέλος, όσοι μιλούν για “βουλγαροποίηση” της ελληνικής κοινωνίας σε περίπτωση αποχώρησης από την ευρωζώνη, πρέπει να κατανοήσουν ότι η “βουλγαροποίηση” είναι εδώ και προχωρά με χίλια, με κύριο όπλο της την επιβαλλόμενη ύφεση.

Οι δυνάμεις της αριστεράς, κράτησαν μία σαφέστατα συνεπέστερη πολιτικά στάση, στην περίοδο των διαβουλεύσεων και απέφυγαν την μπανανόφλουδα της συμμετοχής στην κυβέρνηση συνεργασίας. Μ' αυτόν τον τρόπο, βγήκαν κερδισμένοι με την έννοια ότι μπορούν να καρπωθούν μεγάλο κομμάτι της διαμαρτυρίας του ελληνικού λαού, όπως και έχουν ήδη καταφέρει. Βλέποντας την κυβέρνηση ΑΚΕΛ στην Κύπρο, αλήθεια, πόσο απέχουμε από ένα τέτοιο καταστροφικό σενάριο με πρωταγωνιστή μία ευρύτερη αριστερή συμμαχία; Από την άλλη μεριά βέβαια, επί της ουσίας, δεν υπάρχει κανένα κομμάτι της αριστεράς που να έχει να προτείνει κάτι το ουσιαστικό ως εναλλακτική στην ευρωζώνη, εκτός εάν μιλάμε για σοβιετοποίηση της Ελλάδας και μάλιστα κατόπιν εορτής. Αυτό, φυσικά, από μόνο του, αν και αποτελεί την πλέον ουσιαστική και σημαντική αδυναμία της αριστεράς, δεν γνωρίζουμε κατά πόσο θα είναι ικανό να αποτρέψει το προαναφερθέν απευκταίο σενάριο.

Οι εθνικιστές και η επόμενη ημέρα


Για τους εθνικιστές, τα εθνικά και τα κοινωνικά ζητήματα είναι αλληλένδετα. Γι' αυτόν τον λόγο και είναι εξαιρετικά δύσκολο να μιλήσουμε για δυνατότητες “συμμαχιών” με δυνάμεις της αριστεράς, έστω σε μία ελάχιστη αντιμνημονιακή βάση. Υπάρχει πόλωση, δεν υπάρχει η κατάλληλη νοοτροπία, ενώ δεν υπάρχει καν ο αμοιβαίος σεβασμός. Αυτή τη στιγμή η αριστερά, από σταλινικούς μέχρι αναρχίζοντες, αποτελεί ένα κίνημα με ζωτικούς χώρους, κοινωνική προσβασιμότητα και δυναμική, ενώ οι εθνικιστές, από την Χρυσή Αυγή, με το δόγμα “όποιος δεν συμφωνεί 100% μαζί μας είναι εχθρός μας”, μέχρι ένα συνονθύλευμα ανεξάρτητων ατομικοτήτων, ομάδων και οργανώσεων, στερούνται των παραπάνω χαρακτηριστικών, που καθορίζουν ένα κίνημα. Κρίνοντας, μάλιστα, πολιτικά την έως τώρα πορεία του “χώρου”, αντιλαμβανόμαστε εύκολα ότι εκτός των δομικών προβλημάτων, στερείται ακόμα και την βασικότατη συνειδητοποίηση της πολιτικής καταστάσεως, πόσο μάλλον σοβαρών και εμπεριστατωμένων θέσεων.

Εκτός από την γραφικότητα όσων περιμένουν να “βάλει ο (κομματοκρατούμενος ή ο ΝΑΤΟϊκός προφανώς) στρατός τις αρβύλες του για να μπούμε στην Αγια Σοφιά”, εκτός από την διαμάχη των ναζιστών και των αντιναζιστών (ξύπνα δεν είμαστε στο '30 και βγάλε και την κουκούλα “αιμοβόρε” κι εσύ ηλίθιε πάρτο χαμπάρι, η Μέρκελ δεν είναι ναζί), εκτός από την διαμάχη Χριστιανών και Εθνικών, εκτός από τις νοοτροπίες μαγαζάτορα, εκτός από τα συντροφικά αλληλοκαρφώματα, εκτός από τις αυτιστικές συμπεριφορές τύπου “να ενωθούμε αλλά να γίνει το δικό μου”, εκτός από τους ηγετίσκους που αποζητάνε μια καρέκλα, έστω και σπασμένη, εκτός από τις νοοτροπίες “ξέρεις ποιός είμαι εγώ”, η πολυγλωσσία υπάρχει ακόμα και στην έκφραση της πιο απλής θέσης απέναντι στην ευρωζώνη.

Σίγουρα, ο όρος “οικονομική αυτάρκεια” ως η πανάκεια της εθνικιστικής ιδεολογίας απέναντι σε όποιον προβληματισμό τίθεται σχετικά με την οικονομική πολιτική, δεν είναι αρκετός για να αποτελέσει επαρκή απάντηση στο ερώτημα του πώς αντιμετωπίζεται πρακτικά τυχόν έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Ζούμε στο 2011 και πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τα πάντα, από τις γεωπολιτικές ισορροπίες, τις αυξημένες καταναλωτικές ανάγκες, την νοοτροπία του Δυτικού πολιτισμού, από την οποία μπολιάστηκε η λαϊκή κοινότητα, την εθνολογική και φυλετική σύνθεση της Ελλάδας μετά την λαθροεισβολή, την ισορροπία συμμαχιών σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, το ενεργειακό πρόβλημα, το δημογραφικό πρόβλημα, το επισιτιστικό πρόβλημα, τα διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας, την αποβιομηχάνιση, την σύνθεση του εργατικού δυναμικού, την δυνατότητα εξεύρεσης πόρων και πολλές ακόμη παραμέτρους.

Αυτό που ισχύει σίγουρα, είναι πως η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργήθηκε και διαμορφώθηκε με καθαρά οικονομίστικα κριτήρια και απέχει παρασάγγες από την Ευρώπη των Εθνών, που αποτελεί και το εθνικιστικό όραμα. Το μόρφωμα της Ε.Ε. δεν έχει καμία αναφορά στην Λευκή Ευρωπαϊκή φυλετική παράδοση και αποτελεί ένα καπιταλιστικό Σοβιέτ, στο εσωτερικό του οποίου ασκούν πίεση ενδογενείς και εξωγενείς δυνάμεις για την πολιτική ηγεμονία και επιρροή. Οι Ευρωπαϊκές εθνικιστικές δυνάμεις παραμένουν ασυντόνιστες, σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν καθαρά σωβινιστικά, ενώ σε καμία περίπτωση δεν έχουν την δυναμική ή τον λόγο για να επηρεάσουν τα πράγματα προς την αναθεώρηση της λειτουργίας της ένωσης. Με λίγα λόγια, η ίδια η Ευρώπη, όπως εκφράζεται από την ισορροπία των πολιτικών δυνάμεων, δεν έχει πιστέψει στον εαυτό της, πώς γίνεται να πιστέψουν οι εθνικιστές σ' αυτήν;

Η ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας, υπό αυτές τις συνθήκες, ήταν υπονομευμένη από την πρώτη στιγμή. Τα οικονομικά στοιχεία με τα οποία έγινε η ένταξη στην Ο.Ν.Ε. αποδεικνύονται χειραγωγημένα (και με ευθύνη Παπαδήμου), τα σύνορα της Ελλάδας δεν αναγνωρίζονται επί της ουσίας ως σύνορα της Ευρώπης κι αυτό αποδεικνύεται στην πράξη από την ουδέτερη, έως αδιάφορη και αρνητική, στάση της Ε.Ε. στο πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, στο Σκοπιανό, στο Βορειοηπειρωτικό (αυτά δεν έχουν τεθεί καν), στο Κυπριακό, στο θέμα της Α.Ο.Ζ. Δημοσιονομικά, ένταξη στην Ο.Ν.Ε. σημαίνει πως οι αντίστοιχοι στόχοι της Ελλάδας, χρέος, έλειμμα, επίπεδα πληθωρισμού, πρέπει να εναρμονιστούν με αυτούς κρατών όπως η Γερμανία και η Γαλλία, που σαφέστατα και έχουν άλλες δυνατότητες και ανάγκες. Η αγροτική πολιτική καθορίζεται από την Κ.Α.Π., για βιομηχανία δεν συζητάμε διότι δεν υπάρχει, ενώ για κάθε εργατική συμφωνία και κεκτημένο υπερισχύουν οι συμφωνίες Μάαστριχτ και Λισσαβώνας της εθνικής νομοθεσίας. Όλα τα παραπάνω, αποτέλεσαν την προίκα της Ελλάδας στην Ε.Ε. με αντάλλαγμα τα κοινοτικά πακέτα στήριξης, τα οποία διασπαθίστηκαν από τα τρωκτικά της κομματοκρατίας.

Με αυτά τα δεδομένα, ακόμα και να εξαφανίσουμε τους όρους “εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια”, ακόμα και γι' αυτούς που επιλέγουν το να συνεχίσουν να είναι “δούλοι στο μαντρί”, σύμφωνα με τα ανήθικα και κατάπυστα ψευτοδιλήμματα Διαμαντοπούλου και σία, δεν υπάρχει κανένα απολύτως μέλλον για τους Έλληνες μέσα σ' αυτή την ευρωζώνη. Ακόμα και με τα οικονομίστικα επιχειρήματα του συστήματος, η νομισματική ανεξαρτησία, με βάση την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, θα μπορέσει να οδηγήσει γρηγορότερα και ευκολότερα στην ανάκαμψη και στην ανάπτυξη, από την συνέχιση αυτής της καταστροφικής πολιτικής.

Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι να κοιτάξουμε προς την σωστή κατεύθυνση και να μετρηθούμε. Να συσπειρώσουμε τις όποιες δυνάμεις έχουν συναίσθηση της κατάστασης και έχουν την διάθεση να συνεργαστούν και να συντονιστούμε σε ένα υποτυπώδες όργανο το οποίο και θα αναλάβει να οργανώσει την Εθνική Αντίσταση, πέρα από κομματικά και άλλου είδους συμφέροντα. Με πλήρη αυτονομία και ανεξαρτησία των συλλογικοτήτων και ατομικοτήτων, αλλά και με κινηματικές, δηλαδή όχι ατομικές, διαδικασίες. Παράλληλα, οφείλουμε να δημιουργήσουμε εκείνες τις δομές, είτε σε τοπικό, είτε σε εργατικό, είτε σε φοιτητικό επίπεδο, που λείπουν από το κίνημα και γι' αυτό το καθιστούν μη – κίνημα. Με λίγα λόγια, οφείλουμε να βιαστούμε για να αναπληρώσουμε το τεράστιο κενό σε οργάνωση και δράση, που χαρακτηρίζει το εθνικιστικό κίνημα τις τελευταίες δεκαετίες και να αρχίσουμε να εκφράζουμε επιτέλους θέσεις, σοβαρές, εμπεριστατωμένες, επιστημονικές, αποτέλεσμα έρευνας και πολιτικής ζύμωσης. Μόνο εάν είμαστε εμείς σοβαροί θα μπορέσουμε να προσελκύσουμε τα σοβαρά, προβληματισμένα στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας και να διαμορφώσουμε ένα εθνικό αντιμνημονιακό μέτωπο.

Αυτό το κείμενο δεν έχει σκοπό να πατρονάρει και να καθοδηγήσει. Οι διαδικασίες για τη διαμόρφωση ενός εθνικού και κοινωνικού αντιμνημονιακού μετώπου μπορούν να είναι μόνο αποτέλεσμα πολιτικής ζύμωσης. Ο λαός έξω βράζει. Η ώρα των εθνικιστών είναι τώρα ή ποτέ! Όποιος δεν μοιραστεί τον αγώνα, θα μοιραστεί την ήττα!

Χ.Κ.
http://www.neapatrida.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: