ΑΠΟ τις ειδήσεις: «Στις αρχές του χρόνου, σε δημόσια εμφάνισή του ενώπιον του Κοινοβουλίου, ο Τούρκος Πρωθυπουργός με δυσκολία μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του κατά την ανάγνωση μιας επιστολής ενός 17χρονου ακτιβιστή, ο οποίος απαγχονίστηκε στη διάρκεια της στρατιωτικής χούντας του 1980».
Άραγε θα έπρεπε ν' αποστείλουμε στον ευσυγκίνητο κ. Ερντογάν την τελευταία επιστολή του δικού μας Ευαγόρα Παλληκαρίδη; Δεκαεφτάχρονο παλληκάρι ήταν και ο δικός μας.
Απαγχονίστηκε με μόνη την κατηγορία ότι μετέφερε ένα πυροβόλο όπλο. Χωρίς σφαίρες. Δεν σκότωσε κανέναν Τουρκοκύπριο. Πολέμησε μόνο το δυνάστη. Για να απολαύσουν μετά και οι Τουρκοκύπριοι τα αγαθά της ελευθερίας. Σε ένα ανεξάρτητο κράτος...
Δύσκολο να αρθρώσεις μερικές αλήθειες. Σε πνίγει το δίκιο; Ίσως. Πρέπει, όμως, να σταθείς όρθιος. Να αντισταθείς. Γύρω σου σε περιγελούν. Όχι επειδή έχεις άδικο. Σε ειρωνεύονται που δεν τολμάς να πεις τα αυτονόητα. Τρέμεις στην ιδέα μήπως τους αγριέψεις. Κάποια στιγμή δεν αντέχεις.
Το σκηνικό που χρόνια έχει στηθεί μες στο μυαλό σου κάνει την εμφάνισή του: Δεκάδες ή και εκατοντάδες Ελληνοκύπριοι. Μάνες, νέοι, γέροι, παιδιά. Όρθιοι αλλά σιωπηλοί. Έξω από την πρωθυπουργική κατοικία. Ποιανού πρωθυπουργού; Μα, του κ. Ερντογάν. Ναι, καλά άκουσες. Του κ. Ερντογάν. Να, μερικές εκατοντάδες λοιπόν. Εκεί, έξω από το επιβλητικό κτίριο της Άγκυρας. Το κέντρο και η πηγή όλων των εξουσιών. Στέκονται σιωπηλοί. Δεν κινδυνεύουν οι άνθρωποι.
Είναι άοπλοι και, εξάλλου, η Τουρκία, εκτός από παντοδύναμη, είναι πια και κράτος δικαίου. Ιδίως μετά το δημοψήφισμα... Ποιος, λοιπόν, θα φοβηθεί μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες φουκαράδες; Κρατούν και υψωμένα πανό: *«Δώστε μας την ελευθερία μας». *«Θέλουμε να πάμε στη γη των πατέρων μας». *«Να λειτουργήσουμε τις εκκλησιές μας».
Κάποια στιγμή εμφανίζεται στην είσοδο ο Μέγας Βεζύρης. Τότε μερικές μαυροφορούσες ξεκολλούν από το πλήθος. Τον πλησιάζουν. Εκείνος τρέμει. Φοβήθηκε; Αποκλείεται.
Απλώς συγκινήθηκε. Του αγγίζουν τα χέρια. «Χάσαμε τα παιδιά μας. Είναι αγνοούμενοι. Δώστε τουλάχιστον σ' εμάς τους ζωντανούς τη γη μας. Να επιστρέψουμε στα σκλαβωμένα χωριά μας. Να ανάψουμε ένα καντήλι στους τάφους των προγόνων μας». Ο Μέγας Βεζύρης σιωπά. Τι ν' απαντήσει; Τα στιγμιότυπα κάνουν το γύρο του κόσμου. Για πρώτη φορά οι νέες γενιές πληροφορούνται ότι με τη δύναμη των όπλων η Τουρκία κατέχει τη μισή Κύπρο...
Μα, να, σε λίγο, το σκηνικό, η ονειροφαντασία χάνεται, ανοίγουν τα μάτια και βλέπουν τους κ.κ. Χριστόφια, Έρογλου και Ντάουνερ να σφίγγουν τα χέρια. Η ωμή πραγματικότητα. Και αναρωτιέται κανείς: Γιατί άραγε ένας λαός, με τέτοια ιστορία, να μην μπορεί ν' αντιστέκεται με ευστοχία; Με ειρηνικούς, αλλά μαχητικούς αγώνες. Όπως στο σκηνικό που φαντασθήκαμε. Να μην αρκείται στις συναυλίες της ηττοπάθειας.
Ο Νίκος Καζαντζάκης ρώτησε κάποτε έναν ηλικιωμένο χωρικό την εποχή του απελευθερωτικού μας αγώνα: «Τι γίνεται στην πατρίδα σου, παππούλη;». Και του απάντησε εκείνος: «Κουνήθηκε η ψυχή του ανθρώπου». Άραγε, σήμερα, η ψυχή μας έχει χαθεί;
Άραγε θα έπρεπε ν' αποστείλουμε στον ευσυγκίνητο κ. Ερντογάν την τελευταία επιστολή του δικού μας Ευαγόρα Παλληκαρίδη; Δεκαεφτάχρονο παλληκάρι ήταν και ο δικός μας.
Απαγχονίστηκε με μόνη την κατηγορία ότι μετέφερε ένα πυροβόλο όπλο. Χωρίς σφαίρες. Δεν σκότωσε κανέναν Τουρκοκύπριο. Πολέμησε μόνο το δυνάστη. Για να απολαύσουν μετά και οι Τουρκοκύπριοι τα αγαθά της ελευθερίας. Σε ένα ανεξάρτητο κράτος...
Δύσκολο να αρθρώσεις μερικές αλήθειες. Σε πνίγει το δίκιο; Ίσως. Πρέπει, όμως, να σταθείς όρθιος. Να αντισταθείς. Γύρω σου σε περιγελούν. Όχι επειδή έχεις άδικο. Σε ειρωνεύονται που δεν τολμάς να πεις τα αυτονόητα. Τρέμεις στην ιδέα μήπως τους αγριέψεις. Κάποια στιγμή δεν αντέχεις.
Το σκηνικό που χρόνια έχει στηθεί μες στο μυαλό σου κάνει την εμφάνισή του: Δεκάδες ή και εκατοντάδες Ελληνοκύπριοι. Μάνες, νέοι, γέροι, παιδιά. Όρθιοι αλλά σιωπηλοί. Έξω από την πρωθυπουργική κατοικία. Ποιανού πρωθυπουργού; Μα, του κ. Ερντογάν. Ναι, καλά άκουσες. Του κ. Ερντογάν. Να, μερικές εκατοντάδες λοιπόν. Εκεί, έξω από το επιβλητικό κτίριο της Άγκυρας. Το κέντρο και η πηγή όλων των εξουσιών. Στέκονται σιωπηλοί. Δεν κινδυνεύουν οι άνθρωποι.
Είναι άοπλοι και, εξάλλου, η Τουρκία, εκτός από παντοδύναμη, είναι πια και κράτος δικαίου. Ιδίως μετά το δημοψήφισμα... Ποιος, λοιπόν, θα φοβηθεί μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες φουκαράδες; Κρατούν και υψωμένα πανό: *«Δώστε μας την ελευθερία μας». *«Θέλουμε να πάμε στη γη των πατέρων μας». *«Να λειτουργήσουμε τις εκκλησιές μας».
Κάποια στιγμή εμφανίζεται στην είσοδο ο Μέγας Βεζύρης. Τότε μερικές μαυροφορούσες ξεκολλούν από το πλήθος. Τον πλησιάζουν. Εκείνος τρέμει. Φοβήθηκε; Αποκλείεται.
Απλώς συγκινήθηκε. Του αγγίζουν τα χέρια. «Χάσαμε τα παιδιά μας. Είναι αγνοούμενοι. Δώστε τουλάχιστον σ' εμάς τους ζωντανούς τη γη μας. Να επιστρέψουμε στα σκλαβωμένα χωριά μας. Να ανάψουμε ένα καντήλι στους τάφους των προγόνων μας». Ο Μέγας Βεζύρης σιωπά. Τι ν' απαντήσει; Τα στιγμιότυπα κάνουν το γύρο του κόσμου. Για πρώτη φορά οι νέες γενιές πληροφορούνται ότι με τη δύναμη των όπλων η Τουρκία κατέχει τη μισή Κύπρο...
Μα, να, σε λίγο, το σκηνικό, η ονειροφαντασία χάνεται, ανοίγουν τα μάτια και βλέπουν τους κ.κ. Χριστόφια, Έρογλου και Ντάουνερ να σφίγγουν τα χέρια. Η ωμή πραγματικότητα. Και αναρωτιέται κανείς: Γιατί άραγε ένας λαός, με τέτοια ιστορία, να μην μπορεί ν' αντιστέκεται με ευστοχία; Με ειρηνικούς, αλλά μαχητικούς αγώνες. Όπως στο σκηνικό που φαντασθήκαμε. Να μην αρκείται στις συναυλίες της ηττοπάθειας.
Ο Νίκος Καζαντζάκης ρώτησε κάποτε έναν ηλικιωμένο χωρικό την εποχή του απελευθερωτικού μας αγώνα: «Τι γίνεται στην πατρίδα σου, παππούλη;». Και του απάντησε εκείνος: «Κουνήθηκε η ψυχή του ανθρώπου». Άραγε, σήμερα, η ψυχή μας έχει χαθεί;
Read more: http://infognomonpolitics.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου